τα χείλη του καυτά
άχνη στα μάτια
γιατί ο γύφτος πέθανε
αύριο πάλι
κι ο ποιητής με δάνειο.
.
Η ποίηση μοιάζει με επιτραπέζιο παιχνίδι... Εσύ, ως παίχτης να παίζεις monopoly επάνω στις πληγές σου καθώς πηγαινοφέρνεις το πιόνι σου από σημάδι σε σημάδι πάνω στο γυμνό σου σώμα. Μόνο που το πιόνι σου είναι ένα κέρμα σε απόσυρση, σαν τα πενηνταράκια τα παλιά που' χουν στο κέντρο τρύπα. Κι αυτό είναι το μόνο αντίτιμο, μα πως να σπάσεις το συμβόλαιο θανάτου;
.
Η ποίηση είναι η προτίμηση στην υπόνοια.
Ενημερωτικά
Λένα Πλάτωνος στο Ηρώδειο. Η ιστορία θα το καταγράψει.
Νίκος Καρούζος. Δύο ανέκδοτα ποιήματα.
'Μια βόλτα στο δάσος'
καταμεσής αμέρωτης υπαίθρου
και βελόνιαζε.
Τσιμπολογούσε απ’ τη κρούστα του κορμιού
σα να κεντούσε μου το είδος.
Πείσμα εγώ.
Συνέχιζα γδυμνός κι αιμόφυρτος στα στήθη,
ίδια τροπαιοφόρου ρότα.
Παρεξήγα με.
Αδράνησα στον πρώτο βράχο.
Μικρό ξαπόστεμα, δυο – τρεις ανάσες στα κρυφά
και πλατανόφυλλα στα τραύματα μου.
Τι σκέφτηκα;
Τίποτα δε σκέφτηκα ο αμαθής.
Μονάχα το σακάκι του θεού είδα εμπρός μου.
Το παρντεσού της μοναξιάς κρεμάμενο.
Τη φλοίδα coup d’etat,
το σκέπασμα της βίας.
Αγάντα.
'Η φίρμα'
Στη πίστα ο νεαρός, η φωτεινή επιγραφή, ο γοητευτικός,
λίγο ξανθός - πολύ ξανθός, γνωρίζει.
Γνωρίζει πως τώρα τα πλήθη θα ξεσηκωθούν.
Κάθε βράδυ στο τραγούδι αυτό αποθεώνετε.
Και γιατί όχι.
Σμήνη λουλούδια πλαστικά, γαρύφαλλα μπουκέτα,
κόκκινα και κίτρινα και λουλακί.
Αποθέωση, άνθη κυλούν ολούθε, ίπτανται.
Κορίτσια στριγκλίζουν, το μέτωπο του σφίγγεται,
τα δίνει όλα, μια σταγόνα ιδρώτα κυλά, πατά λες σε κήπο, τον αγαπούν,
κι όλη η έκσταση στο νεύμα ανταπόδοσης προς το κοινό,
η ευτυχία στα κλειστά του μάτια.
Κι όπως κρατά το μικρόφωνο θυμάται τη κηδεία της μητέρας του.
Τι ομοιότητα.
Τι ανατροπή.
Τα όνειρα δεν έρχονται από ψηλά.
Γέμισ’ ένα μπαλόνι ποίματα και άστο.
Ποιος θα νοιαστεί καθώς θ’ απομακρύνεται,
θα χάνεται στον ουρανό;
κι η μανα πέτρινη δε θα κοιτάξει καν:
«Έλα Αλέξανδρε, έχουμε αργήσει».