απολογία
.
δρόμοι π' αγάπησα

και κάρφωσα στη πίσσα
λύσσα που έσταξα
κι αντάμωσα στον ερχομό,
το όνειρο.

υπάρχω σ' άλλα σώματα
και περπατώ
γλιστρώ στη τσέπη μου
μήπως και βρω,
το γέρας.

θυμούμαι το νονό
απόγονο μίας μητριαρχίας
να τρώει τη λαμπάδα μου,
φάτην.

κι άλλοι δρόμοι να κολλούν
γεμάτοι μέλι
βήμα αργό
και γύρω μέλισσες
να προσκυνούν,
έναν τεμπέλη.

εμένα θα νηστέψω
ναι - τ' αποφάσισα
μήπως και γίνω τρόφιμος,
στην αγκαλιά σου.

σαν αποβίβαση θανάτου
γιατί και στις κηδείες ακόμη
υπάρχει κινητικότητα,
έντονη.

λες κι όλοι έχουμε
κάποιο μικρό
κάποιο μεγάλο
πάντως έγκλημα,
να κρύψουμε.

...