Τα σημάδια
άδειασε η ακτή
και μείναν οι κρατήρες
τα βήματά εφάπτονται
στην αμμουδιά
κατά χιλιάδες
οι άνθρωποι θαρρείς ζυγώσανε
σιμά
βρίσκονται αγκαλιά
σα να γνωρίζονται από τα πριν
όλοι τους αγαπιούνται
παλιοί γνωστοί
δε λησμονιούνται
μόνο
γιορτάζουνε
το ανθρώπινο γένος
γιορτάζουνε
το τέλος του εγωισμού
γιορτάζουνε την επαφή
γιορτάζουνε
τα βήματα εφάπτονται
στην αμμουδιά
κατά χιλιάδες
λες κι ήρθε το αντάμωμα
οι άνθρωποι αγγίζονται θαρρείς
απ’ τις πατημασιές τους
δείχνουν τα σώματά τους
άφοβα
κόκκινες γλώσσες
μια τελετή
καθώς
πενθούνε
την απόσταση
πενθούνε
τα χαμένα χρόνια
ξορκίζουνε το πόλεμο
τα φράγματα
το μίσος
τα βήματα εφάπτονται
στην αμμουδιά
κατά χιλιάδες
σα να ΄γινε γιορτή
χαμόγελα
ανακωχή
και όρκοι
ποτέ ξανά μη χωριστούνε
κι ήρθε βαρύς χειμώνας
απλώσανε οι δρόμοι
βιαστικοί
στη πόλη θύελλες
κι οι άνθρωποι πιάσαν τα πεζοδρόμια
τώρα κρατούσανε ομπρέλες
κοφτερές
που βγάζανε τα μάτια
τρέχανε οι πεζοί
γλιστρούσαν
με μαχαίρια
σκόνταφταν στο πλακόστρωτο
κατά χιλιάδες
περαστικοί στη κόψη προσπερνούσαν
κερδίζαν τη σειρά
γιατί όλα είχαν προορισμό
και τίποτα δεν άφηνε πια ίχνη
στο πάτωμα
αυτό ήταν το τέλειο έγκλημα
γιατί όλα είχαν ξεχαστεί
κι ο
πάγος
πάγος
πάγος
έκαιγε τη κόκκινη γλώσσα.
Κώστας Πένθιμος 1894 - 1960